- ἐλαφρότητας
- ἐλαφρότηςlightnessfem acc pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
βαθύς — Παράλιος οικισμός (υψόμ. 30 μ., 577 κάτ.) της Καλύμνου. Βρίσκεται στα ανατολικά παράλια του νησιού. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Καλυμνίων του νομού Δωδεκανήσου. * * * βαθιά, βαθύ (AM βαθύς, εῑα, ύ). Ι. 1. αυτός που έχει βάθος ή βρίσκεται σε… … Dictionary of Greek
Μαν, Τόμας — I (Thomas Mun, Λονδίνο 1571 – 1641). Άγγλος οικονομολόγος. Ήταν έμπορος στην Ιταλία και στην Ανατολή, ανέλαβε κατόπιν διευθυντική θέση στην Εταιρεία των Ανατολικών Ινδιών (1615). Κύριος εκπρόσωπος της τάσης που αργότερα ονομάστηκε μερκαντιλισμός… … Dictionary of Greek
Ντέιρ ελ-Μπάχαρι — Τοποθεσία της Άνω Αιγύπτου, στην αριστερή όχθη του Νείλου, απέναντι στο Κάρνακ, όπου βρίσκεται η θηβαϊκή νεκρόπολη. Στο κέντρο ενός μεγάλου αμφιθεάτρου, το οποίο σχηματίζεται από ένα αντέρεισμα της λιβυκής οροσειράς, βρίσκεται ο ναός που… … Dictionary of Greek
Πάξτον, Τζόζεφ — (Paxton, Sir Joseph, Γουόμπερν 1801 – Σάιντενχαμ 1865). Άγγλος αρχιτέκτονας. Ειδικεύθηκε από τα νεανικά του χρόνια στη σχεδίαση κήπων· εμπνεόμενος από τα γαλλικά θερμοκήπια από σίδερο και γυαλί, εφάρμοσε τις αρχές τους σε ανάλογες αλλά… … Dictionary of Greek